- же
- I
же Ι частица 1) (усилительная) λοιπόν, επί τέλους я же знаю... μα εγώ το ξέρω когда же? πότε λοιπόν; 2) (означающая тождество) επίσης тогда же τότε ακριβώς здесь же εδώ, στο ίδιο μέρος там же εκεί πάλι тот же о ίδιος
II
же II союз αλλά, και, όμως он уезжает, я же остаюсь αυτός φεύγει, εγώ όμως μένω
* * *I частица1) (усилительная) λοιπόν, επί τέλους
я же зна́ю... — μα εγώ το ξέρω
когда́ же? — πότε λοιπόν
2) (означающая тождество) επίσηςтогда́ же — τότε ακριβώς
здесь же — εδώ, στο ίδιο μέρος
там же — εκεί πάλι
II союзтот же — ο ίδιος
αλλά, και, όμωςон уезжа́ет, я же остаю́сь — αυτός φεύγει, εγώ όμως μένω
Русско-греческий словарь. 2013.